Rette på græsk
Oversættelse: rette, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
δεξιός, σωστός, δικαίωμα, διορθώνω, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Andre Sprog
Relaterede ord: rette
den rette linje, jasmin, med rette, mit rette element, rette antonymer, rette sprog ordbog græsk, rette på græsk
Oversættelser
- retorik på græsk - ρητορική, Ρητορικής, Η ρητορική, ρητορεία, ρητορική του
- retskrivning på græsk - ορθογραφία, ορθογραφίας, την ορθογραφία, η ορθογραφία, ορθοφωτογράφισης
- rev på græsk - ύφαλος, αναθ, στροφών, στροφές
- revidere på græsk - αναθεωρήσει, να αναθεωρήσει, αναθεωρούν, αναθεωρεί
Tilfældige ord
Rette på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: δεξιός, σωστός, δικαίωμα, διορθώνω, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Oversættelser: δεξιός, σωστός, δικαίωμα, διορθώνω, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα