Samling på græsk
Oversættelse: samling, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
συγκέντρωση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: samling
dansk samling, davids samling, den hirschsprungske samling, hirschsprungs samling, hirschsprungske samling, samling sprog ordbog græsk, samling på græsk
Oversættelser
- samfund på græsk - κοινωνία, κοινότητα, Κοινότητας, κοινοτικό, της Κοινότητας
- samle på græsk - συλλέγω, συνενώνω, συγχωνεύομαι, συγκεντρώνομαι, ενοποιώ, μαζεύω, συγχωνεύω, ...
- sammen på græsk - μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
- sammenligne på græsk - παραβάλλω, συγκρίνω, συγκρίνετε, κάνετε συγκρίσεις, συγκρίνετε τις, συγκρίσεις
Tilfældige ord
Samling på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: συγκέντρωση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Oversættelser: συγκέντρωση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης