Smykke på græsk
Oversættelse: smykke, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
κοσμώ, καλλωπίζω, στολίζω, διακοσμώ, λουσάρω, κοσμήματα, κόσμημα, κοσμημάτων, κοσμήματος, Μενταγιόν
Andre Sprog
Relaterede ord: smykke
guldsmed, smykke antonymer, smykke auktion, smykke betydning, smykke design, smykke sprog ordbog græsk, smykke på græsk
Oversættelser
- smitte på græsk - μολύνω, μόλυνση, λοίμωξη, μόλυνσης, λοίμωξης, μολύνσεως
- smuk på græsk - φίνος, όμορφος, αίθριος, πρόστιμο, αξιολάτρευτος, ψιλή, όμορφη, ...
- smykker på græsk - κοσμήματα, κόσμημα, κοσμημάτων, κοσμήματος, Μενταγιόν
- småpenge på græsk - μετατροπή, παραλλαγή, αλλάζω, παραλλάζω, μικροέξοδα, μικρό ταμείο, ταμείου μικροεξόδων, ...
Tilfældige ord
Smykke på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: κοσμώ, καλλωπίζω, στολίζω, διακοσμώ, λουσάρω, κοσμήματα, κόσμημα, κοσμημάτων, κοσμήματος, Μενταγιόν
Oversættelser: κοσμώ, καλλωπίζω, στολίζω, διακοσμώ, λουσάρω, κοσμήματα, κόσμημα, κοσμημάτων, κοσμήματος, Μενταγιόν