Stetoskop på græsk
Oversættelse: stetoskop, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
στηθοσκόπιο, το στηθοσκόπιο, στηθοσκοπίου, στηθοσκόπιο για
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: stetoskop
stetoskop antonymer, stetoskop app, stetoskop betydning, stetoskop brugt, stetoskop dba, stetoskop sprog ordbog græsk, stetoskop på græsk
Oversættelser
- stenbrud på græsk - νταμάρι, λατομείο, λατομείου, του λατομείου, λατομείων, λατομικών
- stenografi på græsk - στενογραφία, συντομογραφία, στενογραφίας, συντόμευση, συντομογραφίας
- sti på græsk - διαδρομή, μονοπάτι, πορεία, διαδρομής, δρόμο
- stige på græsk - αυξάνω, ορθώνομαι, σκάλα, ανατέλλω, αυξάνομαι, αύξηση, αυξήσει, ...
Tilfældige ord
Stetoskop på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: στηθοσκόπιο, το στηθοσκόπιο, στηθοσκοπίου, στηθοσκόπιο για
Oversættelser: στηθοσκόπιο, το στηθοσκόπιο, στηθοσκοπίου, στηθοσκόπιο για