Storm på græsk
Oversættelse: storm, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ανεμοθύελλα, τρικυμία, θύελλα, καταιγίδα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: storm
bodil, cm storm, naruto shippuden, storm 2013, storm advokater, storm sprog ordbog græsk, storm på græsk
Oversættelser
- stor på græsk - ευρύς, μεγάλος, απίθανος, φαρδύς, πλατύς, μεγάλο, μεγάλη, ...
- stork på græsk - πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
- straf på græsk - ποινή, πρόστιμο, τιμωρία, κύρωση, τιμωρίας, Ποινή, την τιμωρία, ...
- straffe på græsk - τιμωρώ, ποινικός, Ποινικού, του Ποινικού, Ποινικό, Ποινικής
Tilfældige ord
Storm på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ανεμοθύελλα, τρικυμία, θύελλα, καταιγίδα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
Oversættelser: ανεμοθύελλα, τρικυμία, θύελλα, καταιγίδα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα