Stråling på græsk
Oversættelse: stråling, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: stråling
alfa, alfa stråling, beta stråling, elektromagnetisk stråling, gamma stråling, stråling sprog ordbog græsk, stråling på græsk
Oversættelser
- strå på græsk - άχυρο, καλαμάκι, αχύρου, άχυρου, άχυρα
- stråle på græsk - σαλάχι, καδρόνι, ακτίνα, αχτίδα, δοκός, δέσμη, δέσμης, ...
- stræde på græsk - πάροδος, λωρίδα, δρομάκι, σοκάκι, στενό, Strait, Στενών, ...
- strø på græsk - διασπείρω, ρίχνω, βάζω, χιμώ, διασκορπίζομαι, σκορπίζω, διασκορπίζω, ...
Tilfældige ord
Stråling på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας
Oversættelser: ακτινοβολία, ακτινοβολίας, ακτινοβολίες, την ακτινοβολία, της ακτινοβολίας