Træning på græsk
Oversættelse: træning, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Andre Sprog
Relaterede ord: træning
aktiv træning, cardio, cardio træning, core træning, fitness, træning sprog ordbog græsk, træning på græsk
Oversættelser
- trækharmonika på græsk - ακορντεόν, ακκορντεόν, το ακορντεόν, ακκορντέον
- trække på græsk - έλκω, επισύρω, ζωγραφίζω, τραβώ, τράβηγμα, έλξη, τραβήξτε, ...
- trættende på græsk - ανιαρός, μουντός, βαρετός, μουχρός, πληκτικός, κουραστικός, κουραστική, ...
- trøst på græsk - άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Tilfældige ord
Træning på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Oversættelser: εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση