Uddød på græsk
Oversættelse: uddød, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
νεκρός, πεθαμένος, εκλείψει, εξαφανιστεί, εξαφανισμένο, εξαφανίστηκαν, εξαφάνιση
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: uddød
uddød antonymer, uddød betydning, uddød dyr, uddød elefant, uddød elefant fra tertiærtiden, uddød sprog ordbog græsk, uddød på græsk
Oversættelser
- uddannelse på græsk - μόρφωση, εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, ...
- uddrag på græsk - αποσπώ, εκχύλισμα, αποσπάσματα, αποσπασμάτων, μερική μετάδοση, τα αποσπάσματα
- udelade på græsk - παραγνωρίζω, δημοσιεύω, παραβλέπω, εκκρίνω, παραλείπω, κυκλοφορώ, παραλείποντας τα
- udenfor på græsk - έξω, εκτός, έξω από, εξωτερικό, εξωτερική
Tilfældige ord
Uddød på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: νεκρός, πεθαμένος, εκλείψει, εξαφανιστεί, εξαφανισμένο, εξαφανίστηκαν, εξαφάνιση
Oversættelser: νεκρός, πεθαμένος, εκλείψει, εξαφανιστεί, εξαφανισμένο, εξαφανίστηκαν, εξαφάνιση