Udelade på græsk
Oversættelse: udelade, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
παραγνωρίζω, δημοσιεύω, παραβλέπω, εκκρίνω, παραλείπω, κυκλοφορώ, παραλείποντας τα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: udelade
udelade antonymer, udelade betydning, udelade eller undlade, udelade engelsk, udelade krydsord, udelade sprog ordbog græsk, udelade på græsk
Oversættelser
- uddrag på græsk - αποσπώ, εκχύλισμα, αποσπάσματα, αποσπασμάτων, μερική μετάδοση, τα αποσπάσματα
- uddød på græsk - νεκρός, πεθαμένος, εκλείψει, εξαφανιστεί, εξαφανισμένο, εξαφανίστηκαν, εξαφάνιση
- udenfor på græsk - έξω, εκτός, έξω από, εξωτερικό, εξωτερική
- udenlandsk på græsk - εξωτερικός, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο
Tilfældige ord
Udelade på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: παραγνωρίζω, δημοσιεύω, παραβλέπω, εκκρίνω, παραλείπω, κυκλοφορώ, παραλείποντας τα
Oversættelser: παραγνωρίζω, δημοσιεύω, παραβλέπω, εκκρίνω, παραλείπω, κυκλοφορώ, παραλείποντας τα