Undersøgelse på græsk
Oversættelse: undersøgelse, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
εξερεύνηση, διερεύνηση, διεργασία, εξέταση, ελέγχω, έρευνα, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: undersøgelse
2 års undersøgelse, 5 ugers undersøgelse, gynækologisk undersøgelse, kvalitativ undersøgelse, livmoderhalskræft, undersøgelse sprog ordbog græsk, undersøgelse på græsk
Oversættelser
- underskud på græsk - έλλειψη, έλλειμμα, ελλείμματος, του ελλείμματος, το έλλειμμα, έλλειμμα του
- undersøge på græsk - εξετάζω, εξερευνώ, έρευνα, να εξετάσει, εξετάσει, εξετάζει, εξετάσουν, ...
- undertiden på græsk - μερικές φορές, ενίοτε, ορισμένες φορές, φορές, κάποιες φορές
- undervandsbåd på græsk - υποβρύχιο, υποβρυχίου, υποβρυχίων, υποθαλάσσιου, υποθαλάσσιων
Tilfældige ord
Undersøgelse på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: εξερεύνηση, διερεύνηση, διεργασία, εξέταση, ελέγχω, έρευνα, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
Oversættelser: εξερεύνηση, διερεύνηση, διεργασία, εξέταση, ελέγχω, έρευνα, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις