Uskyld på græsk
Oversættelse: uskyld, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
αθωότητα, αθωότητας, αθωότητά, την αθωότητά, την αθωότητα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: uskyld
den kroniske uskyld, kroniske uskyld, uskyld (2012), uskyld anmeldelse, uskyld antonymer, uskyld sprog ordbog græsk, uskyld på græsk
Oversættelser
- urin på græsk - ποτίζω, νερό, ούρα, ύδωρ, ούρων, τα ούρα, των ούρων, ...
- urmager på græsk - ωρολογοποιός, ωρολογοποιία, ωρολογοποιού, ωρολογοποιίας, εταιρεία ωρολογοποιίας
- utrolig på græsk - απίστευτος, Υπέροχη, απίστευτη, απίστευτο, απίστευτα
- uvejr på græsk - τρικυμία, καταιγίδα, θύελλα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
Tilfældige ord
Uskyld på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: αθωότητα, αθωότητας, αθωότητά, την αθωότητά, την αθωότητα
Oversættelser: αθωότητα, αθωότητας, αθωότητά, την αθωότητά, την αθωότητα