Værelse på græsk
Oversættelse: værelse, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
χώρος, κοιλότητα, θαλάμη, θάλαμος, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια
Andre Sprog
Relaterede ord: værelse
baby værelse, design værelse, ikea værelse, indretning, lej værelse, værelse sprog ordbog græsk, værelse på græsk
Oversættelser
- værdifuld på græsk - δαπανηρός, ακριβός, πολύτιμος, τιμαλφής, πολύτιμη, πολύτιμο, πολύτιμες, ...
- være på græsk - είμαι, διανύω, βρίσκομαι, είναι, να, να είναι, ήταν
- værk på græsk - δουλειά, δουλεύω, εργάζομαι, εργασία, έργο, εργασίας, εργασίες
- værktøj på græsk - εργαλείο, εργαλείου, μέσο, το εργαλείο, εργαλείο για
Tilfældige ord
Værelse på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: χώρος, κοιλότητα, θαλάμη, θάλαμος, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια
Oversættelser: χώρος, κοιλότητα, θαλάμη, θάλαμος, δωμάτιο, αίθουσα, δωματίου, το δωμάτιο, τα δωμάτια