Virke på græsk

Oversættelse: virke, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
λειτουργία, πράξη, εργασία, λειτουργώ, εργάζομαι, εγχειρίζω, δεξίωση, δουλεύω, δουλειά, πράξης, Act, πράξεως, νόμου περί
Virke på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: virke

dui, virke antonymer, virke betydning, virke impex ab, virke krydsord, virke sprog ordbog græsk, virke på græsk

Oversættelser

  • vinter på græsk - χειμώνας, διαχειμάζω, χειμώνα, το χειμώνα, χειμερινή, του χειμώνα
  • violin på græsk - βιολί, βιολιού, το βιολί, του βιολιού, βιολιών
  • virkelig på græsk - πραγματικά, πρακτικός, αληθινός, αλήθεια, πραγματικός, πράγματι, πολύ, ...
  • virkelighed på græsk - πραγματικότητα, πραγματικότητας, την πραγματικότητα, η πραγματικότητα
Tilfældige ord
Virke på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: λειτουργία, πράξη, εργασία, λειτουργώ, εργάζομαι, εγχειρίζω, δεξίωση, δουλεύω, δουλειά, πράξης, Act, πράξεως, νόμου περί