Kinnitama kreeka keeles
Tõlge: kinnitama, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
ασφαλής, επαληθεύω, φτιάχνω, διασφαλίζω, ασφαλίζω, γόμφος, εδραιώνω, αναγνωρίζω, επιβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Seotud sõnad
Teised keeled
Seotud sõnad: kinnitama
ametisse kinnitama, kinnitama antonüümid, kinnitama eesti, kinnitama grammatika, kinnitama inglise keeles, kinnitama sõnastik kreeka, kinnitama kreeka keeles
Tõlked
- kinnisti kreeka keeles - υπό-, στερεωτικό, σταθεροποιητικό, καθηλωτικό, μονιμοποιητικό, στερεωτικού
- kinnisvara kreeka keeles - ακίνητο, κτήμα, σπίτι, περιουσία, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
- kinnitamine kreeka keeles - στερέωση, επιβεβαίωση, επιβεβαίωσης, την επιβεβαίωση, επιβεβαίωση της, βεβαίωση
- kinnitatud kreeka keeles - σταθερός, σταθερό, σταθερή, σταθερού, σταθερής
Juhuslikud sõnad
Kinnitama kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: ασφαλής, επαληθεύω, φτιάχνω, διασφαλίζω, ασφαλίζω, γόμφος, εδραιώνω, αναγνωρίζω, επιβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε
Tõlked: ασφαλής, επαληθεύω, φτιάχνω, διασφαλίζω, ασφαλίζω, γόμφος, εδραιώνω, αναγνωρίζω, επιβεβαιώνω, επιβεβαιώσετε, επιβεβαιώσει, επιβεβαιώνουν, επιβεβαιώστε