Lepitaja kreeka keeles
Tõlge: lepitaja, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
συμφιλιωτής, μεσολαβητή, μεσολαβητής, διαιτητού, συνδιαλλαγέα
Teised keeled
Seotud sõnad: lepitaja
kes on lepitaja, kindlustus lepitaja, lepitaja antonüümid, lepitaja eesti, lepitaja grammatika, lepitaja sõnastik kreeka, lepitaja kreeka keeles
Tõlked
- lepinguosaline kreeka keeles - εργολάβος, ανάδοχος, ανάδοχο, αναδόχου, αντισυμβαλλόμενος
- lepingutingimus kreeka keeles - μέριμνα, προμήθεια, διάρκεια της σύμβασης, διάρκεια ισχύος της σύμβασης, συμβατικής ρήτρας, διάρκεια της συμβάσεως, ρήτρα σύμβασης
- lepitama kreeka keeles - κατευνάζω, συνδιαλλάττω, συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμφιλιώσει, συμβιβάσουν τις
- lepitav kreeka keeles - συμβιβαστικός, διαλλακτικός, συμβιβαστική, διαλλακτική, συμφιλιωτικό
Juhuslikud sõnad
Lepitaja kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: συμφιλιωτής, μεσολαβητή, μεσολαβητής, διαιτητού, συνδιαλλαγέα
Tõlked: συμφιλιωτής, μεσολαβητή, μεσολαβητής, διαιτητού, συνδιαλλαγέα