Levima kreeka keeles
Tõlge: levima, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
φουντώνω, διασπείρω, διαδίδω, επέκταση, απλώνω, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής
Seotud sõnad
Teised keeled
Seotud sõnad: levima
levima antonüümid, levima chemical, levima edinburgh, levima eesti, levima grammatika, levima sõnastik kreeka, levima kreeka keeles
Tõlked
- lett kreeka keeles - θυρίδα, μετρητής, μετρητή, αντίθεση, αντίθετη, απαριθμητή
- levik kreeka keeles - διανομή, φουντώνω, επέκταση, κατανομή, απλώνω, διαδίδω, διάδοση, ...
- levimine kreeka keeles - διασκορπισμός, διασπορά, διασποράς, τη διασπορά, της διασποράς
- levitaja kreeka keeles - διανομέας, Διανομής, Διανομέα, του διανομέα, διανομείς
Juhuslikud sõnad
Levima kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: φουντώνω, διασπείρω, διαδίδω, επέκταση, απλώνω, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής
Tõlked: φουντώνω, διασπείρω, διαδίδω, επέκταση, απλώνω, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής