Mõjusus kreeka keeles
Tõlge: mõjusus, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας
Teised keeled
Seotud sõnad: mõjusus
mõjusus antonüümid, mõjusus eesti, mõjusus grammatika, mõjusus inglise keeles, mõjusus ja tõhusus, mõjusus sõnastik kreeka, mõjusus kreeka keeles
Tõlked
- mõjus kreeka keeles - αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
- mõjustama kreeka keeles - επιβάλλω, mõjustamine
- mõjutama kreeka keeles - επιρροή, επενέργεια, εμπλέκω, επενεργώ, επηρεάζουν, επηρεάσει, επηρεάσουν, ...
- mõjutatav kreeka keeles - ελαστικός, ευεπηρέαστος, λογικός, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, ...
Juhuslikud sõnad
Mõjusus kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας
Tõlked: αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας