Nõustaja kreeka keeles
Tõlge: nõustaja, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
σύμβουλος, εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, σύμβουλο, συμβούλου, της σύμβουλο, σύμβουλος του
Teised keeled
Seotud sõnad: nõustaja
nõustaja antonüümid, nõustaja eesti, nõustaja grammatika, nõustaja inglise keeles, nõustaja isikuomadused, nõustaja sõnastik kreeka, nõustaja kreeka keeles
Tõlked
- nõupidamine kreeka keeles - συνέδριο, σύσκεψη, συνάντηση, πληρούν, συνεδριάσεων, που πληρούν, εκπλήρωση
- nõusolek kreeka keeles - έγκριση, συγκατάθεση, παραδοχή, συγκατανεύω, συναίνεση, συγκατάθεσή, τη συγκατάθεσή, ...
- nõustama kreeka keeles - γνωστοποιώ, ανατρέχω, συμβουλεύομαι, συμβουλεύω, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, ...
- nõustamine kreeka keeles - καθοδήγηση, χειραγωγία, συμβουλευτικές υπηρεσίες, συμβουλευτικές, συμβουλών, συμβούλων, συμβουλευτικών
Juhuslikud sõnad
Nõustaja kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: σύμβουλος, εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, σύμβουλο, συμβούλου, της σύμβουλο, σύμβουλος του
Tõlked: σύμβουλος, εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, σύμβουλο, συμβούλου, της σύμβουλο, σύμβουλος του