Oskus kreeka keeles
Tõlge: oskus, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
τέχνη, επιδεξιότητα, ικανότητα, φιλοτεχνία, δυνατότητα, ικανότητά, την ικανότητα, την ικανότητά
Seotud sõnad
Teised keeled
Seotud sõnad: oskus
oskus antonüümid, oskus eesti, oskus grammatika, oskus inglise keeles, oskus ja kogemus, oskus sõnastik kreeka, oskus kreeka keeles
Tõlked
- osavõtt kreeka keeles - συμμετοχή, συμμετοχής, τη συμμετοχή, η συμμετοχή, της συμμετοχής
- oskamatu kreeka keeles - αντιεπαγγελματικός, αντιεπαγγελματική, μη επαγγελματική, αντιϋπηρεσιακής, μη επαγγελματικό
- oskuslik kreeka keeles - επιτήδειος, έντεχνος, ικανός, έμπειρος, έμπειρους, ειδικευμένους, εξειδικευμένο, ...
- oskussõna kreeka keeles - τρίμηνο, όρος, διορία, Ο τεχνικός όρος, τεχνικός όρος, τεχνικό όρο, τεχνικού όρου, ...
Juhuslikud sõnad
Oskus kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: τέχνη, επιδεξιότητα, ικανότητα, φιλοτεχνία, δυνατότητα, ικανότητά, την ικανότητα, την ικανότητά
Tõlked: τέχνη, επιδεξιότητα, ικανότητα, φιλοτεχνία, δυνατότητα, ικανότητά, την ικανότητα, την ικανότητά