Pealiskaudne kreeka keeles
Tõlge: pealiskaudne, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
απρόσεκτος, βιαστικός, επιπόλαιος, επιφανειακός, ξέγνοιαστος, επιδεικτικός, ανεπίσημος, φιγουρατζής, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής
Seotud sõnad
Teised keeled
Seotud sõnad: pealiskaudne
pealiskaudne antonüümid, pealiskaudne eesti, pealiskaudne grammatika, pealiskaudne hingamine, pealiskaudne inglise keeles, pealiskaudne sõnastik kreeka, pealiskaudne kreeka keeles
Tõlked
- pealis kreeka keeles - άνω, κορυφή, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
- pealisehitus kreeka keeles - υπερκατασκευή, εποικοδόμημα, υπερκατασκευής, ανωδομής, υπερδομή
- pealiskaudselt kreeka keeles - επιφανειακά, ελαφρώς, λίγο, ελαφρά, ελάχιστα, κάπως
- pealiskiht kreeka keeles - επικάλυμμα, επικάλυψης, επικάλυψη, επίστρωση, υπέρθεση
Juhuslikud sõnad
Pealiskaudne kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: απρόσεκτος, βιαστικός, επιπόλαιος, επιφανειακός, ξέγνοιαστος, επιδεικτικός, ανεπίσημος, φιγουρατζής, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής
Tõlked: απρόσεκτος, βιαστικός, επιπόλαιος, επιφανειακός, ξέγνοιαστος, επιδεικτικός, ανεπίσημος, φιγουρατζής, επιφανειακές, επιφανειακή, επιφανειακά, επιφανειακό, επιπολής