Piiramine kreeka keeles
Tõlge: piiramine, Sõnastik: eesti » kreeka
Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
εγκράτεια, πολιορκία, μετριοπάθεια, περιορισμός, περιορισμό, περιορισμού, παραγραφής, περιορισμού της
Teised keeled
Seotud sõnad: piiramine
ettevõtlusvabaduse piiramine, habeme piiramine, hooldusõiguse piiramine, inimõiguste piiramine, kulmude piiramine, piiramine sõnastik kreeka, piiramine kreeka keeles
Tõlked
- piirama kreeka keeles - πολιορκώ, περιορίζω, αναχαιτίζω, όριο, ορίου, οριακές, οριακών, ...
- piiramatu kreeka keeles - απεριόριστος, αυθαίρετος, απεριόριστη, απεριόριστο, απεριόριστες, απεριόριστα
- piiramistorn kreeka keeles - πολιορκία, πολιορκίας, την πολιορκία, αποκλεισμό, πολιορκητικές
- piirang kreeka keeles - περιορισμός, περιστολή, φραγμός, περιορισμό, περιορισμού, περιορισμούς, τον περιορισμό
Juhuslikud sõnad
Piiramine kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: εγκράτεια, πολιορκία, μετριοπάθεια, περιορισμός, περιορισμό, περιορισμού, παραγραφής, περιορισμού της
Tõlked: εγκράτεια, πολιορκία, μετριοπάθεια, περιορισμός, περιορισμό, περιορισμού, παραγραφής, περιορισμού της