Activated in greek

Translation: activated, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ενεργοποιείται, ενεργοποιημένο, ενεργοποιηθεί, ενεργοποιημένη, ενεργοποιούνται
Activated in greek
Other Languages

Related words: activated

activated charcoal, charcoal, voice activated, activated carbon, motion activated light, activated language dictionary greek, activated in greek

Translations

  • actions in greek - δράσεις, ενέργειες, δράσεων, ενεργειών, τις δράσεις
  • activate in greek - ενεργοποιώ, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιούν, ενεργοποιήσει, ενεργοποιήσεις το, να ενεργοποιήσεις
  • activates in greek - ενεργοποιεί, ενεργοποιείται, δραστηριοποιείται, ενεργοποιεί την, ενεργοποιεί το
  • activating in greek - ενεργοποιητικός, ενεργοποίηση, ενεργοποίησης, την ενεργοποίηση, ενεργοποιώντας
Random words
Activated in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ενεργοποιείται, ενεργοποιημένο, ενεργοποιηθεί, ενεργοποιημένη, ενεργοποιούνται