Allaying in greek

Translation: allaying, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
διασκεδαστούν, καθησυχάζοντας, κατευνάζει, διασκεδαστούν οι, καθησυχάζοντας τους
Allaying in greek
Other Languages

Related words: allaying

allaying language dictionary greek, allaying in greek

Translations

  • allay in greek - κατευνάζω, ανακουφίζω
  • allayed in greek - παραμερισθεί, διασκεδάσει, καθησυχάσει, αίρονται, μετριαστούν
  • allays in greek - κατευνάζει, καθησυχάζει, κατευνάζει τους, κατευνάζει τον
  • allegation in greek - ισχυρισμός, ισχυρισμό, αιτίαση, τον ισχυρισμό, ισχυρισμού
Random words
Allaying in greek - Dictionary: english » greek
Translations: διασκεδαστούν, καθησυχάζοντας, κατευνάζει, διασκεδαστούν οι, καθησυχάζοντας τους