By-pass in greek
Translation: by-pass, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
παράκαμψης, παρακάμψεως, τη θέση ηλεκτρικής διακλάδωσης, με ηλεκτρική διακλάδωση
Other Languages
Related words: by-pass
by-pass surgery, by-pass language dictionary greek, by-pass in greek
Translations
- by-line in greek - από, με, κατά, από την, του
- by-name in greek - από-το όνομα
- by-passing in greek - την παράκαμψη, παράκαμψης, παράκαμψη, την εισροή ηλεκτρικού ρεύματος
- by-product in greek - υποπροϊόν, παραπροϊόν, παραπροϊόντος, υποπροϊόντος, υποπροϊόντων
Random words
By-pass in greek - Dictionary: english » greek
Translations: παράκαμψης, παρακάμψεως, τη θέση ηλεκτρικής διακλάδωσης, με ηλεκτρική διακλάδωση
Translations: παράκαμψης, παρακάμψεως, τη θέση ηλεκτρικής διακλάδωσης, με ηλεκτρική διακλάδωση