Cherisher in greek

Translation: cherisher, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αυτός που περιποιείται, περιποιείται, ταυτόχρονα περιποιείται τα, ταυτόχρονα περιποιείται
Cherisher in greek
Other Languages

Related words: cherisher

cherisher language dictionary greek, cherisher in greek

Translations

  • cherish in greek - διατηρώ, αγαπάμε, να αγαπάμε, λατρεύουν, αγαπάμε τη
  • cherished in greek - αγαπημένες, προσφιλείς, λατρεύεται, προσφιλή, τις αγαπημένες
  • cherishes in greek - καλλιεργεί, λατρεύει, περιθάλπει, την περιθάλπει, καλλιεργεί την
  • cherishing in greek - λατρεύοντας, τη λατρεία, τη αξία, τη αξία της
Random words
Cherisher in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αυτός που περιποιείται, περιποιείται, ταυτόχρονα περιποιείται τα, ταυτόχρονα περιποιείται