Colonialism in greek
Translation: colonialism, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποικιοκρατία, αποικιοκρατίας, την αποικιοκρατία, της αποικιοκρατίας, η αποικιοκρατία
Other Languages
Related words: colonialism
africa colonialism, colonialism definition, colonialism imperialism, imperialism, what is colonialism, colonialism language dictionary greek, colonialism in greek
Translations
- colonelcy in greek - αξίωμα του συνταγματάρχη
- colonial in greek - αποικιακός
- colonialist in greek - αποικιοκράτης, αποικιοκρατική, αποικιοκρατικής, αποικιοκρατικά, αποικιοκρατικών
- colonialists in greek - αποικιοκράτες, αποικιοκρατών, αποικιστών, αποικιστές
Random words
Colonialism in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποικιοκρατία, αποικιοκρατίας, την αποικιοκρατία, της αποικιοκρατίας, η αποικιοκρατία
Translations: αποικιοκρατία, αποικιοκρατίας, την αποικιοκρατία, της αποικιοκρατίας, η αποικιοκρατία