Concluding in greek
Translation: concluding, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
καταλήγοντας, καταληκτική, καταλήγει στο συμπέρασμα, για την περάτωση, καταληκτικές
Other Languages
Related words: concluding
concluding paragraph, concluding sentence, a concluding paragraph, a concluding sentence, concluding words, concluding language dictionary greek, concluding in greek
Translations
- concluded in greek - κατέληξε στο συμπέρασμα, συναφθεί, συνάπτονται, συνήφθη, το συμπέρασμα
- concludes in greek - καταλήγει στο συμπέρασμα, συμπεραίνει, καταλήγει, συνάγει, συνάπτει
- conclusion in greek - λήξη, τέλος, συμπέρασμα, σύναψη, τη σύναψη, Συμπερασματικά, το συμπέρασμα
- conclusions in greek - συμπεράσματα, τα συμπεράσματα, συμπερασμάτων, συμπεράσματα του, συμπεράσματά
Random words
Concluding in greek - Dictionary: english » greek
Translations: καταλήγοντας, καταληκτική, καταλήγει στο συμπέρασμα, για την περάτωση, καταληκτικές
Translations: καταλήγοντας, καταληκτική, καταλήγει στο συμπέρασμα, για την περάτωση, καταληκτικές