Consistory in greek
Translation: consistory, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
εκκλησιαστικό συμβούλιο, εκκλησιαστικό, συνοδικό, εκκλησιαστικό δικαστήριο
Other Languages
Related words: consistory
the consistory, scottish rite consistory, consistory language dictionary greek, consistory in greek
Translations
- consisting in greek - που αποτελείται, αποτελείται, αποτελούμενη, αποτελούνται, αποτελούμενο
- consistorial in greek - Consistorial
- consists in greek - αποτελείται, συνίσταται, αποτελείται από, περιλαμβάνει, απαρτίζεται
- consolation in greek - παρηγοριά, παρηγοριάς, παρηγορεί, την παρηγοριά, παρηγορία
Random words
Consistory in greek - Dictionary: english » greek
Translations: εκκλησιαστικό συμβούλιο, εκκλησιαστικό, συνοδικό, εκκλησιαστικό δικαστήριο
Translations: εκκλησιαστικό συμβούλιο, εκκλησιαστικό, συνοδικό, εκκλησιαστικό δικαστήριο