Contractility in greek
Translation: contractility, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
συσταλτικότητα, συσταλτικότητας, τη συσταλτικότητα, της συσταλτικότητας, συσταλτότητας της
Other Languages
Related words: contractility
heart contractility, cardiac contractility, contractility of heart, what is contractility, afterload, contractility language dictionary greek, contractility in greek
Translations
- contractile in greek - συσταλτός, συσταλτικός, συσταλτική, συσταλτικής, συσταλτικές
- contracting in greek - αναθέτουσα, αναθέτουσας, αναθέτουσες, οι αναθέτουσες, αναθέτοντες
- contraction in greek - συστολή
Random words
Contractility in greek - Dictionary: english » greek
Translations: συσταλτικότητα, συσταλτικότητας, τη συσταλτικότητα, της συσταλτικότητας, συσταλτότητας της
Translations: συσταλτικότητα, συσταλτικότητας, τη συσταλτικότητα, της συσταλτικότητας, συσταλτότητας της