Contracting in greek

Translation: contracting, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αναθέτουσα, αναθέτουσας, αναθέτουσες, οι αναθέτουσες, αναθέτοντες
Contracting in greek
Other Languages

Related words: contracting

general contracting, contracting jobs, government contracting, contracting company, contracting business, contracting language dictionary greek, contracting in greek

Translations

  • contractile in greek - συσταλτός, συσταλτικός, συσταλτική, συσταλτικής, συσταλτικές
  • contractility in greek - συσταλτικότητα, συσταλτικότητας, τη συσταλτικότητα, της συσταλτικότητας, συσταλτότητας της
  • contraction in greek - συστολή
  • contractions in greek - συστολές, συσπάσεις, συστολών, τις συστολές, συστολές της
Random words
Contracting in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αναθέτουσα, αναθέτουσας, αναθέτουσες, οι αναθέτουσες, αναθέτοντες