Copes in greek
Translation: copes, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αντιμετωπίζει, αντεπεξέρχεται, καταφέρνει, τα καταφέρνει, αντεπεξέλθει
Other Languages
Related words: copes
copes distributing, copes washington, copes corn, copes program, copes rubbish, copes language dictionary greek, copes in greek
Translations
- coped in greek - αντιμετώπισαν, αντιμετώπισε, αντιμετωπίσαμε, αντεπεξήλθαν, ανταπεξήλθε
- copenhagen in greek - Κοπεγχάγη, της Κοπεγχάγης, κοπεγχάγης, δΕκ
- copied in greek - αντιγραφεί, αντιγραφούν, αντιγράφονται, αντιγράφεται, αντιγράψει
Random words
Copes in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αντιμετωπίζει, αντεπεξέρχεται, καταφέρνει, τα καταφέρνει, αντεπεξέλθει
Translations: αντιμετωπίζει, αντεπεξέρχεται, καταφέρνει, τα καταφέρνει, αντεπεξέλθει