Courtship in greek
Translation: courtship, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ερωτοτροπία, φλερτ, ερωτοτροπίας, της ερωτοτροπίας, η ερωτοτροπία
Other Languages
Related words: courtship
the courtship, what is courtship, courtship dating, duggar courtship, courtship definition, courtship language dictionary greek, courtship in greek
Translations
- courtroom in greek - αίθουσα του δικαστηρίου, δικαστική αίθουσα, δικαστήριο, αίθουσα, αίθουσα δικαστηρίου
- courts in greek - δικαστήρια, τα δικαστήρια, δικαστηρίων, γήπεδα, δικαστήριο
- courtships in greek - ερωτοτροπίες, φλερτ
- courtyard in greek - αυλή, αυλής, προαύλιο, στην αυλή
Random words
Courtship in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ερωτοτροπία, φλερτ, ερωτοτροπίας, της ερωτοτροπίας, η ερωτοτροπία
Translations: ερωτοτροπία, φλερτ, ερωτοτροπίας, της ερωτοτροπίας, η ερωτοτροπία