Creditability in greek

Translation: creditability, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
πιστοληπτικής ικανότητας, πιστοληπτική ικανότητα, αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πελατών, αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
Creditability in greek
Other Languages

Related words: creditability

creditability language dictionary greek, creditability in greek

Translations

  • credit in greek - πίστωση, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό
  • credit-worthy in greek - φερέγγυο, φερέγγυα
  • creditable in greek - αξιόπιστος, αξιέπαινος, αξιόλογη, αξιόπιστων, πιστώνεται
Random words
Creditability in greek - Dictionary: english » greek
Translations: πιστοληπτικής ικανότητας, πιστοληπτική ικανότητα, αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας πελατών, αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας