Crucially in greek

Translation: crucially, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
κρίσιμα, αποφασιστικά, ζωτικής, κρίσιμο, καθοριστικά
Crucially in greek
Other Languages

Related words: crucially

crucially language dictionary greek, crucially in greek

Translations

  • crows in greek - κοράκια, κουρούνες, κοράκων, τα κοράκια, κόρακες
  • crucial in greek - κρίσιμος, ζωτικός, κρίσιμο, ζωτικής σημασίας, κρίσιμη, καίριο
  • crucible in greek - χωνευτήριο, χωνευτήρι, χωνευτηρίου, χοάνη, κάψα
  • cruciferous in greek - σταυρανθή, σταυρανθού, τα σταυρανθή, σταυρανθών
Random words
Crucially in greek - Dictionary: english » greek
Translations: κρίσιμα, αποφασιστικά, ζωτικής, κρίσιμο, καθοριστικά