Curette in greek
Translation: curette, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ξέστρο, ένα ξέστρο, το ξέστρο
Other Languages
Related words: curette
ear curette, ear wax curette, dental curette, lighted curette, bionix, curette language dictionary greek, curette in greek
Translations
- cures in greek - θεραπείες, θεραπεύει, θεραπειών, τις θεραπείες, σκληρύνεται
- curettage in greek - απόξεση, αποξέσεων, η απόξεση, απόξεσης
- curfew in greek - απαγόρευση της κυκλοφορίας, απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγόρευσης κυκλοφορίας, την απαγόρευση της κυκλοφορίας, απαγόρευσης της κυκλοφορίας
- curfews in greek - απαγόρευση της κυκλοφορίας, απαγορεύσεις της κυκλοφορίας, απαγορεύσεις κυκλοφορίας, απαγόρευσης της κυκλοφορίας
Random words
Curette in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ξέστρο, ένα ξέστρο, το ξέστρο
Translations: ξέστρο, ένα ξέστρο, το ξέστρο