Dampish in greek
Translation: dampish, Dictionary: english » greek
υγρούτσικος

Other Languages
Translations
damping in greek - απόσβεσης, απόσβεση, αποσβέσεως, την απόσβεση, της απόσβεσης
damping's in greek - απόσβεσης, απόσβεση, αποσβέσεως, την απόσβεση, της απόσβεσης
damply in spanish - húmedamente
dampness in greek - υγρασία, την υγρασία, υγρασίας, η υγρασία, ενυδάτωση
side-effect in greek - παρενέργεια, παρενεργειών, παρενέργειες, παρενέργειας, ανεπιθύμητη ενέργεια