Deflated in greek
Translation: deflated, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποπληθωρισμένη, ξεφουσκώσει, αποπληθωρισμένες, αποπληθωρίζονται, αποπληθωρισμένο
Other Languages
Related words: deflated
deflated balloon, deflated breast, inflated deflated, deflated lung, deflated ball, deflated language dictionary greek, deflated in greek
Translations
- deflagration in greek - κατάκαυση, ανάφλεξη, ανάφλεξης, από ανάφλεξη, την ανάφλεξη
- deflate in greek - υποτιμώ, ξεφουσκώσει, ξεφουσκώνουν, επιτευχθεί ο αποπληθωρισμός, ο αποπληθωρισμός
- deflates in greek - ξεφουσκώνει
- deflating in greek - ξεφουσκώνει, ξεφούσκωμα, αποπληθωρισμό, αποπληθωρισμού, το ξεφούσκωμα
Random words
Deflated in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποπληθωρισμένη, ξεφουσκώσει, αποπληθωρισμένες, αποπληθωρίζονται, αποπληθωρισμένο
Translations: αποπληθωρισμένη, ξεφουσκώσει, αποπληθωρισμένες, αποπληθωρίζονται, αποπληθωρισμένο