Dismisses in greek
Translation: dismisses, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
Απορρίπτει, απολύει, καθόσον απορρίπτει, Απορρίπτει τα
Other Languages
Related words: dismisses
dismisses language dictionary greek, dismisses in greek
Translations
- dismissals in greek - απολύσεις, απολύσεων, των απολύσεων, τις απολύσεις, οι απολύσεις
- dismissed in greek - Απορρίπτει, απορριφθεί, απέρριψε, απορρίφθηκε, απορριφθούν
- dismissing in greek - απολύσεις, σε απολύσεις, προβαίνουν σε απολύσεις, που προβαίνουν σε απολύσεις, αποπομπή
- dismissive in greek - απορριπτικοί, περιφρονητική, περιφρονητικό, απαξιωτική, περιφρονητικοί
Random words
Dismisses in greek - Dictionary: english » greek
Translations: Απορρίπτει, απολύει, καθόσον απορρίπτει, Απορρίπτει τα
Translations: Απορρίπτει, απολύει, καθόσον απορρίπτει, Απορρίπτει τα