Disorganizing in greek
Translation: disorganizing, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποδιοργάνωση, αυτοδιοργανωτική, αποδιοργανώνοντας, την αποδιοργάνωση
Other Languages
Related words: disorganizing
disorganizing language dictionary greek, disorganizing in greek
Translations
- disorganizes in greek - αποδιοργανώνει
- disorient in greek - αποπροσανατολίσει, αποπροσανατολίσουν, να αποπροσανατολίσει, αποπροσανατολίσει τους, να αποπροσανατολίσει τους
- disorientate in greek - αποπροσανατολίζω, αποπρο- σανατολίζουν, αποπροσανατολίζουν, αποπροσανατολίσουν, αποπροσανατολίσει
Random words
Disorganizing in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποδιοργάνωση, αυτοδιοργανωτική, αποδιοργανώνοντας, την αποδιοργάνωση
Translations: αποδιοργάνωση, αυτοδιοργανωτική, αποδιοργανώνοντας, την αποδιοργάνωση