Disorients in greek
Translation: disorients, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποπροσανατολίζει, αποπροσανατολίζει τους, αποπροσανατολίζει έτσι, το αποπροσανατολίζει, αποπροσανατολίζει έτσι τους
Other Languages
Related words: disorients
disorients language dictionary greek, disorients in greek
Translations
- disoriented in greek - αποπροσανατολισμένη, αποπροσανατολισμένος, αποπροσανατολισμένοι, αποπροσανατολιστούν, αποπροσανατολίζεται
- disorienting in greek - αποπροσανατολίσει, αποπροσανατολιστική, αποπροσανατολιστικά, αποπροσανατολισμένο, αποπροσανατολίζοντας
- disowned in greek - αποκήρυξαν, αποκήρυξε, ανατραπείσα, καταψηφιστούν, αποκήρυξε τον
Random words
Disorients in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποπροσανατολίζει, αποπροσανατολίζει τους, αποπροσανατολίζει έτσι, το αποπροσανατολίζει, αποπροσανατολίζει έτσι τους
Translations: αποπροσανατολίζει, αποπροσανατολίζει τους, αποπροσανατολίζει έτσι, το αποπροσανατολίζει, αποπροσανατολίζει έτσι τους