Dramatising in greek

Translation: dramatising, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
δραματοποιούμε, δραματοποιούν, δραματοποίηση, δραματοποιήσει, δραματοποίηση των
Dramatising in greek
Other Languages

Related words: dramatising

dramatising language dictionary greek, dramatising in greek

Translations

  • dramatised in greek - δραματοποιημένη, δραματοποιημένο, δραματοποιημένες, δραματοποιημένων, δραματοποιήθηκε
  • dramatises in greek - δραματοποιεί
  • dramatist in greek - δραματουργός, δραματουργού, δραματουργό, δραματολόγος, δραματογράφος
  • dramatization in greek - δραματοποίηση, δραματοποίησης, η δραματοποίηση, τη δραματοποίηση, δραματουργία
Random words
Dramatising in greek - Dictionary: english » greek
Translations: δραματοποιούμε, δραματοποιούν, δραματοποίηση, δραματοποιήσει, δραματοποίηση των