Editable in greek
Translation: editable, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
επεξεργάσιμο, επεξεργάσιμη, δυνατότητα επεξεργασίας, επεξεργάσιμα, με δυνατότητα επεξεργασίας
Other Languages
Related words: editable
editable pdf, editable calendar, make pdf editable, create editable pdf, editable map, editable language dictionary greek, editable in greek
Translations
- edinburgh in greek - Εδιμβούργο, Εδιμβούργου, του Εδιμβούργου, το Εδιμβούργο
- edit in greek - εκδίδω, επιμελούμαι
- edited in greek - επεξεργασία, επιμέλεια, επεξεργαστεί, άλλαξε, επεξεργαστείτε
- edith in greek - Edith, την Edith, της Edith, η Edith
Random words
Editable in greek - Dictionary: english » greek
Translations: επεξεργάσιμο, επεξεργάσιμη, δυνατότητα επεξεργασίας, επεξεργάσιμα, με δυνατότητα επεξεργασίας
Translations: επεξεργάσιμο, επεξεργάσιμη, δυνατότητα επεξεργασίας, επεξεργάσιμα, με δυνατότητα επεξεργασίας