Effect in greek

Translation: effect, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποτέλεσμα, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις
Effect in greek
Other Languages

Related words: effect

mass effect, mass effect 3, affect, effect affect, mass effect 2, effect language dictionary greek, effect in greek

Translations

  • effaces in greek - σβήνει
  • effected in greek - πραγματοποιείται, πραγματοποιούνται, πραγματοποιήθηκαν, πραγματοποιηθεί, πραγματοποιήθηκε
  • effecting in greek - πραγματοποίηση, την πραγματοποίηση, πραγματοποιεί, πραγματοποίηση της, πραγματοποιούν
Random words
Effect in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποτέλεσμα, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις