Efficient in greek
Translation: efficient, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποδοτικός, αποτελεσματικός
Related words
Other Languages
Related words: efficient
energy efficient, energy, fuel efficient cars, more efficient, cost efficient, efficient language dictionary greek, efficient in greek
Translations
- efficiencies in greek - αποδόσεις, βελτίωση της αποτελεσματικότητας, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητες, αποδοτικότητα
- efficiency in greek - αποτελεσματικότητα
- efficiently in greek - αποτελεσματικά, αποδοτικά, αποτελεσματική, αποτελεσματικότερα, αποτελεσματικό
- effigies in greek - προτομές, ομοιώματα, κέρινων, κέρινα, ομοιωμάτων
Random words
Efficient in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποδοτικός, αποτελεσματικός
Translations: αποδοτικός, αποτελεσματικός