Embargo in greek
Translation: embargo, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απαγόρευση, εμπάργκο, αποκλεισμού, αποκλεισμό, αποκλεισμός
Other Languages
Related words: embargo
embargo act, oil embargo, embargo cuba, the embargo act, us embargo, embargo language dictionary greek, embargo in greek
Translations
- embankment in greek - ανάχωμα
- embankments in greek - επιχώματα, αναχώματα, επιχωμάτων, αναχωμάτων, επιχώσεις
- embargoed in greek - Να μη μεταδοθεί, επιβληθεί εμπάργκο, έχει επιβληθεί εμπάργκο, κηρυχθεί σε κατάσταση εμπάργκο, επιβάλλει εμπορικό αποκλεισμό οι
- embargoes in greek - εμπάργκο, τα εμπάργκο, εμπορικών αποκλεισμών, αποκλεισμοί, αποκλεισμών
Random words
Embargo in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απαγόρευση, εμπάργκο, αποκλεισμού, αποκλεισμό, αποκλεισμός
Translations: απαγόρευση, εμπάργκο, αποκλεισμού, αποκλεισμό, αποκλεισμός