Expropriates in greek
Translation: expropriates, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απαλλοτριώνει, απαλλοτριώσεις, απαλλοτριώνει τις, απαλλοτριώσεις στις, απαλλοτριώνει το
Other Languages
Related words: expropriates
expropriates language dictionary greek, expropriates in greek
Translations
- expropriate in greek - αλλοτριώνω
- expropriated in greek - απαλλοτριώθηκαν, απαλλοτριωθεί, απαλλοτριώθηκε, απαλλοτριωμένη, απαλλοτριωθούν
- expropriating in greek - απαλλοτριώνει, απαλλοτριώνοντας, αποστέρηση της, την αποστέρηση της, έχει απαλλοτριώσει
- expropriation in greek - απαλλοτρίωση, απαλλοτρίωσης, απαλλοτριώσεων, απαλλοτριώσεις, απαλλοτριώσεως
Random words
Expropriates in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απαλλοτριώνει, απαλλοτριώσεις, απαλλοτριώνει τις, απαλλοτριώσεις στις, απαλλοτριώνει το
Translations: απαλλοτριώνει, απαλλοτριώσεις, απαλλοτριώνει τις, απαλλοτριώσεις στις, απαλλοτριώνει το