Faced in greek
Translation: faced, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αντιμετωπίζουν, αντιμετωπίζει, που αντιμετωπίζουν, αντιμετώπισε, αντιμέτωποι
Other Languages
Related words: faced
too faced, two faced, 2 faced, too faced palette, two faced quotes, faced language dictionary greek, faced in greek
Translations
- face-lift in greek - λίφτινγκ, λίφτινγκ προσώπου, ανόρθωσης προσώπου
- faceplate in greek - πρόσοψη, μετωπική πλάκα, πλάκα προσόψεως, πρόσοψης, πρόσοψη του
Random words
Faced in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αντιμετωπίζουν, αντιμετωπίζει, που αντιμετωπίζουν, αντιμετώπισε, αντιμέτωποι
Translations: αντιμετωπίζουν, αντιμετωπίζει, που αντιμετωπίζουν, αντιμετώπισε, αντιμέτωποι