Full-timer in greek
Translation: full-timer, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
πλήρους απασχόλησης, μισθωτού πλήρους απασχόλησης, ενός μισθωτού πλήρους απασχόλησης, πλήρη απασχόληση
Other Languages
Related words: full-timer
full-timer language dictionary greek, full-timer in greek
Translations
- full-scale in greek - πλήρους κλίμακας, πλήρη κλίμακα, μεγάλης κλίμακας, σε πλήρη κλίμακα, ευρείας κλίμακας
- full-time in greek - πλήρους απασχόλησης, με πλήρες ωράριο, πλήρη απασχόληση, πλήρους, πλήρες ωράριο
- fuller in greek - πληρέστερη, αναπτύσσονται διεξοδικώς, συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς, πληρέστερης, πληρέστερο
Random words
Full-timer in greek - Dictionary: english » greek
Translations: πλήρους απασχόλησης, μισθωτού πλήρους απασχόλησης, ενός μισθωτού πλήρους απασχόλησης, πλήρη απασχόληση
Translations: πλήρους απασχόλησης, μισθωτού πλήρους απασχόλησης, ενός μισθωτού πλήρους απασχόλησης, πλήρη απασχόληση