Functionary in greek
Translation: functionary, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
λειτουργός, αξιωματούχος, κρατικό λειτουργό, λειτουργό που, κρατικό λειτουργό που
Other Languages
Related words: functionary
public functionary, functionary language dictionary greek, functionary in greek
Translations
- functionally in greek - λειτουργικά, λειτουργικώς, λειτουργική, λειτουργικό
- functionaries in greek - λειτουργοί, λειτουργούς, λειτουργών, αξιωματούχοι, αξιωματούχους
- functioned in greek - λειτούργησε, λειτουργούσαν, λειτουργούσε, λειτούργησαν, λειτουργεί
- functioning in greek - λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, της λειτουργίας, η λειτουργία
Random words
Functionary in greek - Dictionary: english » greek
Translations: λειτουργός, αξιωματούχος, κρατικό λειτουργό, λειτουργό που, κρατικό λειτουργό που
Translations: λειτουργός, αξιωματούχος, κρατικό λειτουργό, λειτουργό που, κρατικό λειτουργό που