Identifiably in greek
Translation: identifiably, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αναγνωρίσιμο, προσδιορίσιμο, προσδιορίσιμο τρόπο, αναγνωρίσιμο τρόπο, με αναγνωρίσιμο
Other Languages
Related words: identifiably
identifiably language dictionary greek, identifiably in greek
Translations
- identicalness in greek - ταυτοσημότητα, ταυτοσημότητα των
- identifiable in greek - αναγνωρίσιμα, αναγνωρίσιμες, αναγνωρίσιμο, αναγνωρίσιμη, αναγνωρίσιμων
- identification in greek - ταυτότητα, αναγνώριση, ταύτιση, αναγνώρισης, ταυτοποίηση, ταυτοποίησης
- identified in greek - προσδιορίζονται, εντοπίζονται, εντοπίστηκαν, προσδιοριστεί, εντοπιστεί
Random words
Identifiably in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αναγνωρίσιμο, προσδιορίσιμο, προσδιορίσιμο τρόπο, αναγνωρίσιμο τρόπο, με αναγνωρίσιμο
Translations: αναγνωρίσιμο, προσδιορίσιμο, προσδιορίσιμο τρόπο, αναγνωρίσιμο τρόπο, με αναγνωρίσιμο